Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα στρατός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα στρατός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009
Παρασκευή 5 Ιουνίου 2009
Παρασκευή 15 Μαΐου 2009
Εμπειρίες που στρατό...

Ο Χ. υπηρέτησε, χαζίρι, 8 μήνες.
Αρκετοί για να καταλάβει ίντα μπου παίζει στον στρατό.
Εννά θελε να μοιραστεί με τον καθένα κάποιες εμπειρίες που εμέιναν σημαδεμένες.
Αρχικά επέψαν τον πάφο. Επίε με τσακρισμένο σπόνδυλο, γεμάτο πίο πάς τους δίσκους τζιε τες συνδέσεις του (άλλη κουβέντα πώς είσχιε φατσίσει) γιατί ο τζίρης του έν ήθελε να πάει αρφάς μετά.
Η πρώτη εφτομάα ίσχιε κουτσά στραβά περάσει, δώστου ούλλη μερα χάπια τζιε κρέμες.
Ορκίσαν τον, αριθμήσαν τον, εμετρήσαν τον τζιε εφαθκίασαν τον. Εκάμαν τον άντρα, έμαθαν του να βαστά τον φλόκκο, την σκούπα, το φκιαρούι, να πλυνίσκει πίατα, να ξηκολλά με την λαστίχα του νερού τα ποξεραμένα κοτσίρκα πας τους τοίχους, να κλαδέυκει, να συνάει ττένεκκούθκια τζιε σκουπίθκια που την νεκρά, να καθαρίζει την χύτρα. Εμάθαν τον να στήνει τζιε να ξηστήνει όπλα, εβάλαν τον να το κάμνει με διμένα τα μάθκια (ήρτε πρώτος μες το τάγμα),
Ελαλούσαν του για μία ελευθερία την ίδια ώρα που τον είχαν σκλαβωμένο.
Επέψαν τον φυλάκια, εδωκαν του φακό τζιε εκολλήσαν του τζινούρκα ιδιότητα.
Αναγκάσαν τον να σηκώνεται κάθε 3 τζιε λίο να παέννει σε ένα κουβούκλιο τζιε να στέκεται τζιαμέ για πόσες ώρες. Έπρεπε να κάμνει αναγνώρηση σε κάτι ηλίθιους που έρκουνταν να τζιζάρουν κάτι χαρτία,
Μετά εθέλαν να τον κάμουν μαχητή. Ξανά πίσω κεν.
εδώκαν του όπλα να πυροβολά στόχους, εκοττίσαν του σακκίδια τζιε εβάλαν τους να βουρούν, εχρονομετρήσαν τους, εμάθαν τους να πιέννουν όπως τους κουρτισμένους παλαβούς, να φακκούν το ένα πόι τζιε να σηκώνεται το άλλο σχίερι με την συνοδεία στρατοκάβλικων εμβατηρίων.
Εβάλαν τους να φωνάζουν τζιε να σχιζούνται για μία αδερφή που εν στην καρτζί μερκά σκλαβωμένη, για μία μακεδονία τζιε μία ελλάδα. Μα ενόμισα εν κύπρο που μαστε. Εμάχουνταν να τους εμβολιάσουν με μίσος για μια άλλη ράτσα ανθρώπων που εν εγνώρισε ποττέ, είπαν του για χαμένες περιουσίες που έν είσχιε ποττέ, αλλά πρέπει να πάει να σκοτωθεί για τζίνες. Εδείξαν του κάτι πατσιαούρκα τζιε είπαν του ότι άν πεθάνει τό έπαθλο εννα ένι να τον σχιεπάσουν με τζίνες, άσχετα αν δεν σημαίνουν τίποτε για τζίνον. Είπαν του για ένα τούρκο που εννα έρτει να σκοτώσει το τζίρη του τζιε να να βιάσει την μάνα του.
Τζιαμέ ένιωσε μια τεράστια απέχθεια για το σώμα του, για το τί προπαγάνδα έπρεπε να αφήνει τον εγκέφαλο του να δέχεται τζιε για κάθε τί διαδικασίες που τον βάλλαν να ανέχεται.
Έφυλακίζαν τον μέσα επειδή τα μαλλία του εμιαλινίσκαν, το ίδιο τζιε τα μούσχια του, έτρωε την για τα άρβυλα, για κάτι ακούμπωτα κουμπία, για πυλά πας τα άρβυλα του, επειδή ετζιματουν πας την σκοπία, επειδή ούλλων των "ανώτερων" εσουζε τους την κκελέ του καταφατικά αντί να τους σχιερετά, ελαλούσαν του την γιατι εκολοσύρνετούν αντί περπατά σαν περήφανος στρατιώτης, επειδή αυθαδίαζε τζιε εσικκιρτούσε όπου εβρέθετουν τζιε εστέκετουν.
Έκαμνε γνωριμίες με τον καλό τρόπο τζιε τον κακό τρόπο. Έμαθε να καλημερίζει στα παφίτικα: "γαμώ την μάνα σου".Έμαθε λέξεις που την λεμεσιανή διάλεκτο, είδε συμπεριφορές τζιε νοοτροπίες του άλλου κόσμου. Άκουσε ιστορίες για το τί εκάμναν διάφοροι πριν τον στρατό, τί εννα θελαν να κάμουν μετά, με αντάλαγμα τις δικές του ιστορίες. Με κάποιους εδέθηκε, ώς τα σήμερα. Με άλλους εσχιλλοφαοθήκε, έπαιξε ξύλο, εσχίσαν τον κάτω που το μάτι, εχάρισε τους πίσω κλωτσίες μες τα μούτρα. Έμαθε τι σημαίνει όχλος, πώς λειτουργεί, είδε την εξουσία ίνταλως αναπαράγετουν σε κάθε ευκαιρία.
Ο τζιερός επαιρνόυσε τζιε ήθελε να φύει, να πάει οπουδήποτε, να πάει πίσω στες γειτονίες του, στα βουνά, στα χωράφκια, σε πάρκα, οπουδήποτε. Να δεί τους παρέες του, να αλητέυκει για μερόνυχτα, να πίνει ώσπου να τα φκάλει που την μούττι, να τουμπανίαζει ώστι να μέν θορεί ίντζα ομπρός του. Να γνωρίσει άτομα του άλλου φύλου τζιε να μοιράστει "εμπειρίες" μαζί τους. Να τζιμαται όπου έβρει, να "ψουνίζει" που την λαική αγορά ότι πετάσσουν, να "ανακυκλώνει" ότι πετάσσουν οι φούρνοι, να συχνάζει στα σοκκάκια του, να ξυπνά τζιε να κόφκει χιλιόμετρα ώσπου να βρει ένα τοπούι να γουστάρει, μόνο για τζίνον, για την κάυλα του. Εθορούσε τα γαμημένα πουσχτιοττέλια που τους είχαν βαόμενους μέσα τζιε επίαναν τον οι θκιαόλοι, κάθε μέρα εψηλώναν τζίαλλο.
Αναφορά πάλε. Κάποιος εννά σχιεσε μες τα ντούς πάλε ή ηταν να τους πάρουν να "φάν" για εννα τους εβάλαν να ασκούντε πάλε.
Τελικά ανακοινώσαν κάποια ονόματα που εννα μινίσκαν πάφο τζιε τούντη εφτομάδα επειδή εκάμαν μαλακία τζιε εφάαν την. Έν ειπε πολλούς, αλλά ήταν ένας που τζίνους. Ο λοχαγός του ήταν τέλλια αρχίδι, έβαλε του κατάρες του άλλου κόσμου. Άρκεψε να σικκιρτά, το ίδιο τζιε κάτι άλλοι συράες. Αγριοείδε τους τζιε είπε όποιοι έχουν πρόβλημα να πάν στο γραφείο του τζίντη ώρα. Επίε πρώτος, τζιε άρκεψε να του λαλεί ότι με καμία δύναμη έν πρόκειται να μείνει μέσα τζιε να τους αφήκει να φκόυν γιατί επήξαν τζιμέσα. Οι άλλοι εσαλαπατούσαν που πίσω.
Ξανά πάλε αναφορά, αλλά τούντη φορά έστησε τον τζιε τους υπόλοιπους στην πρώτη γραμμή. Ο λοχαγός άρκεψε να σχίζεται όπως τον παλαβό. Κωλόπαιδα, ήντα μπου τούτη συμπεριφορά, που νομίζετε ότι είσαστεεε?!
Τα νέυρα του είχαν τεντώσει, το γίεμα ίσχιε πομπάρει μες σε ούλλες του τες φλέβες, μάθκια να στάσουν που άχτι, εθεώρησε μάλλον ότι έν ηταν ρητορική ερώτηση τζιε απάντησε πίσω.
Σε μια κωλοφυλακή.
Το σχίερι του ίσχιε φύει μόνο του, έσυρε το κράνος τζιε σπούρτησε πας τον τόιχο δίπλα του τζιε μετά ακαλούθησε το όπλο σε μία προσπάθεια να πέτάσει, μόνο τζιε μόνο για να δώκει πας τα σκαλία ομπρός του λοχαγού.
Ο χρόνος ίσχιε παγώσει, ήταν δικός του. Εσηκώστηκε έφιε.
Μετά εγνώρισε τον διοικητή, ήρτε τζιε ήβρεν τον βασικά, ένα λείψανο, εφαίνετουν σαν τον τζινιό τον πόρτη με τζίντα ρούχα, εμιλούσε του παντές τζιε ήταν έγια μες τα χωράφκία. Η ικανότητα του για να μιλα τζίντη ώρα πρέπει να ήταν περιορισμένη. Απάντησε με μία κουντιά, ήταν να την φάει χαμε ο γέρος. Ήρταν κάτι τυπάες με αστερούθκια πας τον ώμο τζιε εσυνάξαν τον. Σάν τον ετραβούσαν ελαλόυσε ότι μια σφαίρα να ππέσει μες τα σχίερκα του, εννα του την κάτσει πας την κκελέ.
Τελικά έν εισχιε φκεί τζίντο σαββατοκυρίακο. Είσχιε κάτσει τζιμέσα.. Είσχιε δεί το στρατόπαιδο διαφορετικά. Ίσχιε αλλό καμία 10ρκα πλάσματα, είχαν τζίνη ούλλη την έκταση δική τους. Η δύση του ήλιου έν ήταν πιόν η ίδια. Ο ήλιος έφευκε χαλαρά μες τες πίο ζωηρές αποχρώσεις που είσχιε δεί ποττέ. Τζιντα πρωίνα, μια μεγαλειώδης πηγή ενέργειας, ανάτελλε, ενιωθε ότι εσιερετούσε τον, τζίνον προσωπικα. Τζίνή δόση αδρεναλίνης έφερε πίσω τα μίλλια του, τον εαυτό του. Έφιε τζίντο νέφος που εμάχουνταν να του κάμουν μές τον νού. Ήξερε πολλά καλά ήντα μπου θελε.
Επόμενες μέρες, που στραφήκαν πίσω οι μαννομόνιμοι, ήρταν τζιε εσυνάξαν του το όπλο του, την ξιφολόγχη του, το υπηρεσιακό τσιακκούι που τού χαν δώκει, ακόμα τζιε το πιρούνι του
Εκυρήξαν τον επικίνδυνο, τζιε εφκάλαν τον ελέυθερο υπηρεσίας. Σε λίες μέρες είχαν του ραντευού με τον ψυχίατρο.
Επίεννε μαζι τους στες ασκήσεις αλλά εν έπρεπε να κοντέυκει. Ο λοχαγός του έπαιζε τον ράμπο, εβαστούσε το όπλο με ένα σχίερι τζιε έπαιζε αβολίδωτα. Επόμενη μέρα εμάθαν ότι εν με αναρρωτική, ίσχιε φύει ο κάλυκας σαν εμάσχιετουν τζιε έκατσε τάνγκα μες το μάτι του.
Οι επόμενες μέρες είχαν τζιλίσει ομαλά.. (για τον Χ.)
Τελικά η εκπαίδευση ίσχιε τελιώσει. Ο διοικητής έψαλλε για τα καμάρια του που εννα κάμουν περήφανους το έθνος τους αλλά εν επαρέλειψε να σχίεσει τζιε να γρίσει κάποιους άλλους.
Ο Χ. ήταν πρώτος στην λίστα που εκφώνιζε το όνομα του φωνάζοντας τους ανεκπαίδευτους, απροσάρμοστους τζιε κάποια άλλα κοσμιτικά επίθετα για όλο το ΚΕΝ να ξέρει.
Επίε πίσω στο τάγμα τελικά, λευκωσία. Εκαλωσόρισε τον προσωπικά ο λοχαγός, λαλόντας του ότι έμαθε για τα κατορθώματα του.. Είπε του την φυλακή του. Αιτήθηκε ψυχίατρο. Έδωκε του άδεια γιατι ίσχιε τζιερό να φκεί. 72 ώρες Τελικά είχαν περάσει + ακόμα 26. Δευτέρα, έν είσχιε παρουσιαστεί, ίσχιε πίαει τζιε μία που λλόου του τζιε επία τζιε ήπιε τα. Μετά αθυμήθηκε ότι εννα τον φκάλαν λιποτάχτη τζιε το επόμενο πρωί επίε. Αλλό 20 μέρες φυλακή. Τελικά είχαν περάσει 2 μέρες τζιε 'πεψαν τον ιατρό. Επίααν του τα στοιχεία του τζιε ανοίξαν φάκελο.
Ερωτούσαν τον ίντα μπου πίνει, αν πίνει, πόσο πίνει, αν τσιαρίζει τζιε πόσο, αν πιντώνει, αν σνιφάρει, για την οικογενειακή του κατάσταση τζιε κάτι άλλες κλανίες. Μετα εθκίοξαν τον. Ίσχιε αρκέψει μία περίοδος ρουτίνας. Πίεννε-έλα, ελαλόυσε τους ότι έν κάμνει για στρατό, να τον χαμνίσουν, οτι έν υπηρετά άλλο σε μαλακίες που έν πιστέυκει, ότι έν ένι θύμα τζιε να πάν τζίνοι να σκοτωθούν για ότι θέλουν. Εν του περνούσε να κάμνει άλλο τούντο πράμα.
Ο γιατρός εδιούσε του άδειες τζιε ελαλούσε του να το ξανασκέφτει. Ο τζίρης του να πίανει τηλέφωνα τζιε να τους σχίζεται με καμία πουτάνα να μέν αναστολάρουν την θητεία του.
Τελευταία φορά που επίεννε, είσχιε φτομολίσει. Ήταν ο αρχι(δια)γιατρός, με ένα ζίληκουρτι μασκαραλίκια να κρέμουνται που πανω θκίο του. Ακόμα ένας ψυχίατρο, ένα νευρολόγος, ένας νοσοκόμος, τζιε θκιο χτινάτζια στρατονόμους στην πόρτα. Τούτοι ούλλοι μες σε ένα δωμάτιο 3χ2. Οι μασκάλες του εφτομολούσαν. Εψάλαν του με το γυρί οτι εννα πάει πίσω στο τάγμα να τελίωσει την θητεία μου τζιε ότι έν θα τον ξαναδεχτούν. Τζίνος έσουζε απλά την κκελέ του.
Σαν εμάχουνταν, έφκαλε μια πότσα που είσχιε τυλιμένη μές σε ένα ρούχο. Άρκεψε να την αννοίει χαλαρά τζιε εχαμηλωναν ούλλοι την φωνή τους ώσπου είχαν σκάσει. Το δωμάτιο ίσχιε ττοζίασει που την μυρωθκία της πεζίνας.
-Να την λουθώ να πνάσω οξά να τα άψω ούλλα δαμέσα?
Εφκήκε έξω με υπογραμμένο χαρτί για αναστολή. Οι δικοί του ήρταν τζιε απλά εκάτσαν τζιε εθορούσαν τον. Τζίνος εγύρευκε τσιάρο που κατι άλλους στρατιώτες τζιαμέ.. Τζιε ένα αναπτήρα.
*Οι πρωταγωνιστές τζιε το σενάριο έν έχουν με καμία πουτάνα σχέση με την πραγματικότητα τζιε η πιθανή τάυτιση με τζίνα εν εντελώς συμπτωματική*
-fuck copyright©
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)